Η επική αποτυχία ιδιωτικοποίησης των νερών στην Αγγλία

Οι μετοχές των ιδιωτικών εταιρειών ύδρευσης να αγοραστούν από το κράτος σε τιμές κτήσης ή τρέχουσες τιμές αγοράς; Αυτό είναι το ερώτημα που απασχολεί ένα όλο και μεγαλύτερο κύκλο ενδιαφερομένων στην Μεγάλη Βρετανία μετά την απόφαση των Εργατικών να επανεθνικοποιήσουν την ύδρευση και την αποχέτευση, όταν θα εκλεγούν στην κυβέρνηση. Η οργή των Βρετανών εναντίον των ιδιωτικών εταιρειών ύδρευσης και αποχέτευσης έφτασε πρόσφατα στα ύψη με αφορμή την δημοσιοποίηση των σχεδίων τους για την περίοδο 2020 – 2025. Απ’ όποια οπτική γωνία και να τα δει κανείς, τιμές καταναλωτή, επενδύσεις στις υποδομές, διαρροές του δικτύου, υπερχείλιση φρεατίων και μόλυνση ποταμιών, αβίαστα προκύπτει ότι η ιδιωτικοποίηση του νερού που επέβαλε η Θάτσερ το 1989 έχει εξελιχθεί σε μια παταγώδη, επική αποτυχία. Σε τέτοιο βαθμό ώστε η συζήτηση για την κρατικοποίηση των εταιρειών ύδρευσης και αποχέτευσης δεν σχετίζεται με το αν, αλλά το πώς: υπό ποιους όρους, πότε, με ποια τιμή, κοκ.

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ

Μοναδική εξαίρεση σε αυτή την γενικευμένης εικόνα παρακμής και κατάπτωσης είναι ό,τι σχετίζεται με τη χρηματική οικονομία: μετοχές και χρέη! Εδώ πράγματι οι 15 ιδιωτικές εταιρείες ύδρευσης (3 εκ των οποίων είναι εισηγμένες) εκπλήσσουν όλους με την επινοητικότητά τους καθώς έχουν αποδειχθεί ένα τεράστιο πλυντήριο. Το κατόρθωμά τους συμπυκνώνεται σε δύο αριθμούς: Στα 56 δισ. βρετανικές λίρες που έχουν διανείμει ως μερίσματα στους μετόχους από το 1989 και στα 51 δισ. λίρες χρέους που έχουν φορτώσει τους ισολογισμούς τους! Να ληφθεί δε υπ’ όψη ότι η Θάτσερ παρέδωσε στους ιδιώτες τις εταιρείες ύδρευσης – αποχέτευσης χωρίς να έχουν ούτε μία πένα χρέους. Τι έκαναν έκτοτε οι ιδιώτες; Για να είναι ελκυστική η μετοχή στην αγορά και το χρηματιστήριο διένειμαν κάθε χρόνο υψηλά μερίσματα τα οποία προέκυπταν από νέο δανεισμό. Στην πραγματικότητα η χρηματοοικονομική θέση των εταιρειών επιδεινώνεται όλα αυτά τα χρόνια, καθώς φορτώνονται με μελλοντικές υποχρεώσεις. Η επιβάρυνση δεν είναι ορατή αυτή τη στιγμή λόγω των χαμηλών επιτοκίων. Μέχρι πότε όμως τα επιτόκια θα είναι αρνητικά ή στη ζώνη του μηδενός; Εν συντομία, το κατόρθωμα των ιδιωτών είναι ότι χρησιμοποίησαν τις εταιρείες ύδρευσης ως κέλυφος των δραστηριοτήτων τους για να δανείζονται χρήμα από την αγορά και να το διανέμουν ως μέρισμα στους μετόχους, ενώ οι υπηρεσίες που είναι υποχρεωμένοι να παραδίδουν πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.

Η πηγή των μερισμάτων δεν είναι μόνο το αυξανόμενο εταιρικό χρέος. Είναι και τα τιμολόγια. Στην Αγγλία και την Ουαλία, που είναι οι μοναδικές περιοχές του κόσμου όπου ύδρευση και αποχέτευση είναι πλήρως ιδιωτικοποιημένες, με τα κρατικά μονοπώλια να έχουν δώσει τη θέση τους σε ιδιωτικά μονοπώλια, οι λογαριασμοί του νερού έχουν αυξηθεί αυτή την περίοδο κατά 40%, με αποτέλεσμα 11,5 εκ. καταναλωτές να πασχίζουν να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς τους. Με βάση έρευνα του πανεπιστημίου του Γκρίνουιτς αν ύδρευση και αποχέτευση είχαν μείνει στο δημόσιο οι καταναλωτές θα ωφελούνταν 2,3 δισ. λίρες ετησίως, που σημαίνει ότι το κόστος της ιδιωτικοποίησης για κάθε νοικοκυριό ανέρχεται σε 100 λίρες ετησίως. Η αποτυχία του ιδιωτικού τομέα να εξασφαλίσει φθηνό και ποιοτικό νερό δεν αποτελεί βρετανική ιδιαιτερότητα. Με βάση έρευνα του Πανεπιστημίου της Σορβόνης στη Γαλλία, όπου τα δύο τρίτα των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης προσφέρονται από τον ιδιωτικό τομέα στη βάση συμβάσεων παραχώρησης, η τιμή του νερού που παρέχεται από τους ιδιώτες είναι κατά μέσο όρο 16,6% υψηλότερη σε σχέση με την τιμή που παρέχουν οι δήμοι!

Οι ιδιωτικές εταιρείες ύδρευσης ευθύνονται επίσης για την μεγαλύτερη ρύπανση που έχουν ποτέ υποστεί οι βρετανικοί ποταμοί, μετά τη βιομηχανική επανάσταση. Μόνο η Thames Water τον Μάρτιο δέχθηκε πρόστιμο ύψους 20 εκ. λιρών επειδή έριξε στον ποταμό Τάμεση περισσότερα από 4,2 δισ. λίτρα ακαθαρσιών. Και δεν ήταν εξαίρεση. Με βάση δήλωση του τότε Συντηρητικού υπουργού Περιβάλλοντος Μάικλ Γκόουβ μόνο το 16% των ποταμών, λιμνών, εκβολών και βρίσκεται σε «πολύ καλή ή καλή κατάσταση» κι αυτό συμβαίνει εξ αιτίας των εταιρειών ύδρευσης και αποχέτευσης. Στη Σκοτία, αντίθετα, όπου ύδρευση και αποχέτευση παραμένουν στο δημόσιο η ποιότητα των υδάτων είναι πολύ υψηλότερη, σε σχέση με Αγγλία και Ουαλία, και συγκρίνεται με την ποιότητα των υδάτων της Σκανδιναβίας. Προς διάψευση μάλιστα κι όσων λέγονται για την ικανότητα του ιδιωτικού τομέα να αποφεύγει σπατάλες, τουλάχιστον το 20% του νερού χάνεται καθημερινά σε διαρροές λόγω της απαρχαίωσης και κακής συντήρησης του δικτύου, με βάση τους Financial Times στις 19 Ιουλίου 2019.

Η αποτυχία του ιδιωτικού τομέα να διαχειριστεί την ύδρευση και αποχέτευση σε όλη την Ευρώπη προκάλεσε ένα κύμα επανεθνικοποίησης των ιδιωτικών εταιρειών ύδρευσης, με κορυφαία παραδείγματα το Παρίσι και το Βερολίνο.

Δοθέντων των παραπάνω η αναφορά του βουλευτή της ΝΔ, Μπ. Παπαδημητρίου, στη χαμηλή τιμή του νερού που πίνουμε, μόνο ως άνοιγμα της συζήτησης για την ιδιωτικοποίηση των εταιρειών ύδρευσης μπορεί να αντιμετωπισθεί. Σαν λαγός λειτούργησε ο πρώην δημοσιογράφος του Σκάι. Υπ’ αυτή την έννοια η αναφορά του ήταν διαφωτιστική γιατί έδειξε ότι ιδιωτικοποίηση και άνοδος της τιμής του νερού πάνε χέρι – χέρι. Οι μεγαλύτεροι άλλωστε θα θυμούνται ότι ανάλογη συζήτηση, για τη χαμηλή τιμή του ρεύματος, είχε προηγηθεί της έναρξης της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ και του ηλεκτρικού ρεύματος. Για να φτάσομε σήμερα το 50% των νοικοκυριών να είναι ενεργειακά φτωχοί…

Οι... υπεράνω των εξορύξεων στη Μεσόγειο

Στην Απουλία της Ιταλίας με συνεχείς κινητοποιήσεις οι κάτοικοι ζητούσαν την απαγόρευση των ερευνών για κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου και των εξορύξεων. Αντίστοιχες αντιδράσεις υπήρξαν και στην Ισπανία.

ΑΠΟΣΤΟΛΗ - ΙΣΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΙΤΑΛΙΑ.

 «Ηταν ένα κακό όνειρο. Ευτυχώς ξυπνήσαμε». Στον τελευταίο όροφο του κτιρίου του περιφερειακού συμβουλίου της Ιμπιζας, με φόντο το παλιό κάστρο του νησιού, ο αντιπεριφερειάρχης Βισέντ Μαρί κάνει μια αναδρομή στην εποχή κατά την οποία οι θάλασσες γύρω από το στολίδι της ισπανικής τουριστικής βιομηχανίας είχαν παραχωρηθεί για έρευνες υδρογονανθράκων. Ηταν τότε που οι δημοτικές και περιφερειακές αρχές συμμάχησαν με τις επιχειρήσεις, τις οικολογικές οργανώσεις και την κοινωνία του νησιού σε μια επίδειξη ενότητας που δεν είχε προηγούμενο, με σκοπό να εμποδίσουν όχι μόνο τις εξορύξεις αλλά και τις έρευνες.

«Αν προχωρούσαν οι έρευνες, υπήρχε περίπτωση να βρεθεί πετρέλαιο και αυτό να οδηγήσει στην αλλαγή του οικονομικού μοντέλου μας», λέει ο Μαρί. Ο ανώτατος αξιωματούχος του νησιού εξηγεί ότι η Ιμπιζα ενδιαφέρεται να προστατεύσει τη φήμη της και να χρησιμοποιήσει τον τουρισμό ως μοχλό για την προώθηση των τοπικών αλιευτικών και αγροτοδιατροφικών προϊόντων σε ξενοδοχεία και εστιατόρια, όχι να διακινδυνεύσει την ποιότητα των θαλασσών μέσα από εξορύξεις. Οι κάτοικοι των Βαλεαρίδων προτιμούν να μείνουν με την περιέργεια για το αν υπήρχαν τελικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα γύρω από τα νησιά τους παρά να αλλάξουν παραγωγικό μοντέλο. «Είμαστε καλά όπως είμαστε», λέει ο Μαρί. Οκτώ χρόνια αργότερα, η μάχη που ξεκίνησε στην Ιμπιζα έχει πετύχει τον άμεσο στόχο της (οι σεισμικές έρευνες στον κόλπο της Βαλένθια δεν ξεκίνησαν ποτέ και η εταιρεία Cairn Energy δεν διατηρεί πλέον ούτε καν γραφεία στην Ισπανία), αλλά και κάτι πολύ περισσότερο: την επικείμενη εγκατάλειψη της εξόρυξης υδρογονανθράκων σε ολόκληρη την Ισπανία.

«Στην επικράτεια της χώρας, περιλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας δεν θα εκδοθούν νέες άδειες έρευνας ή παραχωρήσεις εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων», αναφέρει το άρθρο 8 του νομοσχεδίου για την ενεργειακή μετάβαση που η κυβέρνηση Σάντσεθ έχει υποσχεθεί να φέρει προς ψήφιση ώς τα μέσα Μαρτίου. Το σκέλος αυτό του νόμου θεωρείται δεδομένο, ενώ η συζήτηση επικεντρώνεται στο αν η απαγόρευση θα καλύπτει και την ανανέωση των λιγοστών αδειών που βρίσκονται σε ισχύ. Ηδη, γνωρίζουμε το αποτέλεσμα των ανάλογων προβληματισμών στη Γαλλία. Από το 2016, η Γαλλία έχει εγκαταλείψει τις έρευνες και εξορύξεις υδρογονανθράκων στο έδαφος, την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ της ηπειρωτικής χώρας και των υπεράκτιων γαλλικών κτήσεων και επαρχιών. Αποκλείει επίσης την ανανέωση των υπαρχουσών αδειών.

Στην Ιταλία, η άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου έχει τόσο μεγάλη ιστορία, που κάποια κοιτάσματα έχουν ήδη κλείσει τον κύκλο τους και οι παροπλισμένες πλατφόρμες εξόρυξης, για τη διάλυση των οποίων αναζητείται χρηματοδότηση, φθάνουν τις 60. Εκατοντάδες άλλες βρίσκονται σε λειτουργία, κυρίως στη νότια ακτή της Σικελίας, στις ακτές της κεντρικής Αδριατικής και στη φτωχή ορεινή περιοχή Μπαζιλικάτα. Αντί η πολυετής εμπειρία να κάνει τους Ιταλούς πιο δεκτικούς προς τη βιομηχανία άντλησης πετρελαίου και φυσικού αερίου, είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. «Ηταν πραγματικά ξεσηκωμός», θυμάται ο πρώην πρόεδρος του περιφερειακού συμβουλίου της Απουλίας, Ονόφριο Ιντρόνα, περιγράφοντας τι συνέβη πριν από μία δεκαετία στη νότια αυτή επαρχία, όταν άρχισαν να πέφτουν βροχή οι νέες αιτήσεις για άδειες ηχοβολιστικών ερευνών και ερευνητικών γεωτρήσεων. «Η Απουλία είχε κάνει μια μεγάλη προσπάθεια για να βελτιώσει τις ακτές, είχαμε φτιάξει βιολογικούς καθαρισμούς για τα λύματα, είχαμε ποντάρει πολύ στην ποιότητα των θαλασσών μας», λέει ο Ιντρόνα. «Συνεργαστήκαμε με τις τοπικές πρωτοβουλίες κατά των εξορύξεων που εμφανίστηκαν σε όλες τις παραλιακές πόλεις και με τις άλλες επαρχίες ώστε να ζητήσουμε από την κεντρική κυβέρνηση δημοψήφισμα για την απαγόρευση των ερευνών και των εξορύξεων». Ηταν το 2015, τότε που η κεντροαριστερή κυβέρνηση Ρέντσι καλούσε επενδυτές με το νομοσχέδιο «Sblocca Italia» (η Ιταλία ξεμπλοκάρει). Η αντίδραση από τις τοπικές κοινωνίες, όμως, ωθούσε τα πράγματα προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Τα 12 μίλια

Ο ρόλος των ιταλικών περιφερειών, που βρίσκονταν σε επαφή με τα αιτήματα των τοπικών κοινωνιών, ήταν κομβικός. Για πρώτη φορά στην ιστορία της Ιταλίας, το 2016 επαρκής αριθμός περιφερειών συνασπίστηκε γύρω από ένα αίτημα, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να προκηρύξει δημοψήφισμα με αίτημα την απαγόρευση των εξορύξεων υδρογονανθράκων. Μπροστά στο ενδεχόμενο να χάσει το δημοψήφισμα, ο Ματέο Ρέντσι έκανε μια υποχώρηση απαγορεύοντας τις εξορύξεις εντός 12 μιλίων από τις ιταλικές ακτές. Σήμερα στην Ιταλία επικρατεί ένα είδος ισορροπίας του τρόμου, καθώς η κυβέρνηση 5 Αστέρων/Δημοκρατικού Κόμματος έχει «παγώσει» όλες τις άδειες μέχρις ότου καταρτιστεί χωροταξικό σχέδιο το οποίο θα καθορίσει αν υπάρχουν στη χώρα περιοχές κατάλληλες για εξορύξεις και ποιες είναι αυτές. Οσο για το επιχείρημα ότι αν η Ιταλία πει όχι, τα κοιτάσματα της Αδριατικής θα αντληθούν από την γειτονική Κροατία, εξέλιπε το 2016 όταν η κεντροδεξιά κυβέρνηση της Κροατίας αποφάσισε να προστατεύσει τις Δαλματικές ακτές, εγκαταλείποντας τις εξορύξεις στη θάλασσα.

Μια Πράσινη αγοραία Συμφωνία

του Λεωνίδα Βατικιώτη

Με μια πρώτη ματιά, η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις πιο πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το κλίμα έδειχνε σωστά αντανακλαστικά και ικανότητα διαχείρισης κρίσιμων καταστάσεων, όπως η τρέχουσα.

Τη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή στα τέλη του 2019 συμπυκνώνει ο όρος «κρίση», που έχει υιοθετηθεί ακόμη κι από θεσμούς όπως το Ευρωκοινοβούλιο. Δεν πρόκειται για υπερβολή, μιας και συνάδει πλήρως με την παραδοχή της παντελούς αποτυχίας των στόχων μετριασμού της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας που έχουν τεθεί εδώ και δεκαετίες. Για παράδειγμα, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τη Σύνοδο για τη Γη του Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992 μέχρι σήμερα όχι απλώς δεν μειώθηκαν αλλά έχουν αυξηθεί κατά 60%! Η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα μέχρι και τη βιομηχανική επανάσταση παρέμενε σχετικά σταθερή στην ατμόσφαιρα για χιλιάδες χρόνια από 260 ως 280 ppm. Τον Μάιο του 1960 η συγκέντρωση έφτασε τα 320 ppm, τον Μάιο του 2013 ξεπέρασε το όριο των 400 για πρώτη φορά και το 2019 έφτασε τα 415,7 ppm. Ως αποτέλεσμα, η κλιματική αλλαγή έχει επιταχυνθεί. Από τα 20 πιο ζεστά έτη που έχουν καταγραφεί στην ιστορία, αφότου ξεκίνησαν οι μετρήσεις, τα 19 παρατηρήθηκαν μετά το 2000 και τα 5 πιο ζεστά καταγράφηκαν την τελευταία 5ετία! Τον Οκτώβριο του 2019 το επίπεδο των παγκόσμιων θαλασσών βρισκόταν στο υψηλότερο επίπεδο από το 1993 όταν ξεκίνησαν οι δορυφορικές μετρήσεις, μαζί και η θερμοκρασία τους.

Στη Συμφωνία του Παρισιού το 2015 συμφωνήθηκε να τεθεί ο στόχος συγκράτησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας ως το 2100 σε μια άνοδο 2 βαθμών Κελσίου ή ακόμη και 1,5 βαθμών, σε σχέση με τα επίπεδα πριν την βιομηχανική επανάσταση. Η αύξηση ωστόσο που έχει ήδη καταγραφεί ανέρχεται σε 1,1 βαθμούς. Υλοποίηση του στόχου αύξησης σε 1,5 βαθμούς απαιτεί οι ρύποι διοξειδίου του άνθρακα να μειωθούν μέχρι το 2030 στο μισό, δηλαδή στα επίπεδα του 1979. Για τον πιο ρεαλιστικό στόχο της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς απαιτείται μείωση ως το 2030 των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά ένα τέταρτο…

Η αβυσσαλέα απόσταση των στόχων από την πραγματικότητα αποτυπώθηκε ανάγλυφα σε έκθεση του ΟΗΕ που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 26 Νοεμβρίου. Με βάση τις εκτιμήσεις των επιστημόνων του ΟΗΕ, ακόμη κι αν όλες οι χώρες του κόσμου υλοποιούσαν τους στόχους που έθεσαν για το κλίμα, η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας μέχρι το 2100 θα ανερχόταν στους 3 βαθμούς! Σε αυτή την περίπτωση το Μαϊάμι και η Σανγκάη θα γίνουν ακατοίκητες πόλεις. Για να επιτευχθεί ο στόχος αύξησης σε 1,5 βαθμό μέχρι το 2030 θα πρέπει να εκπέμπονται 32 δισ. τόνοι διοξειδίου του άνθρακα λιγότεροι. Για να αυξηθεί κατά 2 βαθμούς πρέπει να μειωθούν οι εκπομπές κατά 15 δισ. τόνους, κοκ. Στην έκθεση των Ηνωμένων Εθνών αναδεικνύεται κι επικρίνεται η απόσταση λόγων και έργων μεταξύ ακόμη κι όσων πρωτοστατούν στις παγκόσμιες πρωτοβουλίες όπως η ΕΕ.

Η ΕΕ ωστόσο επιχείρησε να κάνει τη διαφορά. Με την «Πράσινη Συμφωνία» που έδωσε στη δημοσιότητα την Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου θέτει μια σειρά από πολύ φιλόδοξους στόχους για την μείωση των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο θερμοκηπίου. Απώτερος στόχος είναι η μετατροπή της ΕΕ μέχρι το 2030 σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία ή ισοσκελισμένου ισοζυγίου εκπομπών και απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα. Τα μέτρα που λαμβάνονται θα διαπεράσουν όλη την έκταση της ευρωπαϊκής οικονομίας και των δομών της. Επιχειρείται ένα μεγαλόπνοο σχέδιο ξαναστησίματος της ευρωπαϊκής οικονομίας σε νέες βάσεις που δεν θα αφήσει άθικτη καμιά διαδικασία∙ οικονομική, πολιτική, ερευνητική, εκπαιδευτική, κοκ.! Σε αυτό το πλαίσιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει τον προσεχή Μάρτιο τον πρώτο «νόμο για το κλίμα».

Κάπου εδώ σταματούν τα καλά νέα. Γιατί, όσο σαρωτικό κι αν είναι το σχέδιο που περιγράφεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής τόσο εμμονικά προσηλωμένο αποδεικνύεται στην οικοδόμηση του με άξονα την αγορά. Κι ας είναι αυτή η λογική που απέτυχε από το 1992 μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα τα επιτεύγματα να υπολείπονται σημαντικά των στόχων…

Για παράδειγμα, προβλέπεται η επέκταση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων σε δραστηριότητες που μέχρι σήμερα δεν συμπεριλαμβάνονταν, όπως οι εκπομπές από τα κτίρια που ευθύνονται για το 40% της ενέργειας που καταναλώνεται. Αυτό όμως πιθανότατα να σημάνει νέοι φόρους που μάλιστα θα επιβληθούν στους πιο φτωχούς που κατοικούν σε απαρχαιωμένα σπίτια, χωρίς μόνωση. Η επέκτασή του επίσης στις θαλάσσιες και ναυτικές μετακινήσεις και μεταφορές θα σημάνουν πιθανότατα αυξήσεις στα ναύλα και τα εισιτήρια. Την ίδια ώρα δεν ανακοινώνονται δημόσιες επενδύσεις σε μέσα μαζικής μεταφοράς ή στα τρένα. Καμία επίσης πρωτοβουλία δεν διαβάσαμε για την μείωση του στόλου των ΙΧ αυτοκινήτων, δεδομένου ότι οι πόλεις δε χρειάζονται καθαρότερα αυτοκίνητα αλλά λιγότερα. Μάρτυρας η αύξησή τους στην ΕΕ από 285 εκ. το 2014 σε πάνω από 308 εκ. το 2018. Αντίθετα, η Πράσινη Συμφωνία ξεχειλίζει νέων πρωτοβουλιών που εμπλέκουν ενεργά τον χρηματοπιστωτικό τομέα όπως η ανάπτυξη αγοράς «πράσινων ομολόγων» κι αναφορών στην ανάγκη διαφύλαξης των περιοχών Natura κι ας έχουν αποδειχθεί οι ΑΠΕ η μεγαλύτερη απειλή για την ύπαρξή τους…

Λεωνίδας Βατικιώτης

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ

Καιρός σήμερα και πρόγνωση καιρού για κάθε περιοχή

Κοινωνικη δικτυωση