Χερσαία και παράκτια χωροταξία στον Κορινθιακό κόλπο

 Εισήγηση της Ράνιας Κλουτσινιώτη, αρχιτέκτων - πολεοδόμου, στην διημερίδα με τίτλο " Προστασία και ανάπτυξη του Κορινθιακού κόλπου" που διεξήχθη στο Λουτράκι, στις 8 και 9 Μαρτίου 2018.

  1. ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ NATURA

 

Σημειώνω ότι, κατά κανόνα, θεσμικά η παράκτια ζώνη αποτελείται από χερσαίο και θαλάσσιο τμήμα, οριζόμενο από μια ισοϋψή έως κάποια ισοβαθή. Στην περίπτωση του Κορινθιακού, εξ’ αιτίας της ειδικής μορφολογίας του, η παράκτια ζώνηδεν μπορεί παρά να προσδιορίζεται ως  το χωρικό σύνολο που περικλείεται ανάμεσα σε δύο ισοϋψείς, από τη μια πλευρά του Κόλπου έως την απέναντι. Στην ουσία δηλαδή η άσκηση αναπτυξιακής και χωροταξικής πολιτικής στην περίπτωσή του Κόλπου απαιτείται να αναφέρεται στον ενοποιημένο αυτό χώρο και με αυτήν την έννοια δεν διακρίνεται σε χερσαία και θαλάσσια.

 

Μιλάμε για το ενιαίο τοπίο του Κορινθιακού Κόλπου  ‘όπως αυτό γίνεται αντιληπτό από τον άνθρωπο, του οποίου ο χαρακτήρας είναι αποτέλεσμα της δράσης και αλληλεπίδρασης των φυσικών και/ή ανθρώπινων παραγόντων’, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου (γνωστή και ως Σύμβαση της Φλωρεντίας) που κυρώθηκε από την Χώρα μας το 2010. Στη βάση της παραπάνω διευρυμένης αντίληψης, στο προοίμιο της Σύμβασης αναγνωρίζεται ότι το τοπίο αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο της Ευρωπαϊκής φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, απαραίτητο για την ανθρώπινη ευημερία και τη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής ταυτότητας. Τονίζεται επίσης ξεκάθαρα πως το τοπίο αποτελεί σημαντικό μέρος της ποιότητας ζωής των ανθρώπων παντού: στις αστικές περιοχές και στην ύπαιθρο, στις περιοχές που θεωρούνται ‘υποβαθμισμένες’ αλλά και σε εκείνες που χαρακτηρίζονται ως υψηλής ποιότητας και είναι ήδη αναγνωρισμένες ως ‘εξαιρετικού φυσικού κάλλους’. Για τη Σύμβαση δεν διακρίνεται μια κατάφυτη βουνοπλαγιά ως πιο σημαντική ή λιγότερο σημαντική από μια βιομηχανική περιοχή. Και τα δύο είναι τοπία ή σύνολα τοπίων με ποικίλες αξίες που μαρτυρούν την ιστορία και αντικατοπτρίζουν την ταυτότητα ενός τόπου και μιας κοινωνίας. Εν κατακλείδι, το τοπίο δεν περιορίζεται σε περιοχές που διατηρούν τη φυσικότητά τους, έχοντας παραμείνει αναλλοίωτες από την ανθρώπινη δραστηριότητα, ούτε αναφέρεται στο ‘όμορφο’ ή το ‘αξιόλογο’ –είναι και το ‘καθημερινό’, αλλά και το ‘υποβαθμισμένο’.

 

Πρώτο συμπέρασμα:Πλέον η προστασία κατά τους νόμους του Ελληνικού Κράτους αφορά στο σύνολο του τοπίου, άρα στο σύνολο των χερσαίων και θαλάσσιων περιοχών. Μια προσπάθεια ένταξης των αρχών της Σύμβασης του Τοπίου έγινε από τις   Μελέτες  Αναθεώρησης των Περιφερειακών Χωροταξικών, εκ των οποίων προς το παρόν έχει θεσμοθετηθεί μόνον μια, η Κρήτη – την οποία συμπτωματικά έχω συντονίσει εγώ. Προβλέπονται στο Πρόγραμμα Δράσης σοβαρά κονδύλια για την συνολική ανάταξη των τοπίων.

 

Άλλωστε, η Ελληνική Πολιτεία, πολύ πριν ενταχθεί το θαλάσσιο σύστημα του Κορινθιακού Κόλπου στον εθνικό κατάλογο περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000 (βλ. ΦΕΚ 4432/Β/15-12-2017) είχε αναγνωρίσει το «ενιαίον» του παράκτιου χωρικού συστήματος, με την ανάθεση το 1992 τηςΕιδικής Χωροταξικής Μελέτης με την επωνυμία  “ΕΙΔΙΚΗ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ“ στα πλαίσια του κοινοτικού προγράμματος ENVIREG. Ήμουν ο συντονιστής μιας μεγάλης πολυεπιστημονικής Ομάδας Μελέτης και παρόλη την ευρύτατη δημόσια διαβούλευση σε όλα τα στάδιά της και τη διατύπωση το 1992 τελικού Σχεδίου Π.Δ., δυστυχώς, όπως γενικά ίσχυσε και για όλες τις υπόλοιπες μελέτες του ENVIREG, το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. δεν προχώρησε τότε σε θεσμοθέτησή τους.

 

Υπενθυμίζεται ότι από τις κύριες επιδιώξεις  του Προγράμματος ENVIREG ήταν να καταστεί εφικτός ο περιορισμός των αρνητικών επιπτώσεων από τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις και παράλληλα να διασφαλίζεται η διατήρηση της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας και ταυτότητας του τόπου, η κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και των κατοίκων, η αειφορική διαχείριση της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, και πάνω απ’ όλα η προστασία του πλούσιου φυσικού και τοπιακού περιβάλλοντος της περιοχής.

 

Ειδικότερα:

  1. Ενώ ο Κορινθιακός Κόλπος και οι παράκτιες περιοχές του συγκροτούν ενιαίο χωρικό σύνολο, διοικητικά αναφέρονται σε τέσσερις Περιφέρειες της Χώρας (Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας, Στερεάς Ελλάδας και Αττικής), σε έξη Περιφερειακές Ενότητες - Νομούς (Κορινθίας, Αχαΐας, Αιτωλίας, Φωκίδας, Βοιωτίας και Αττικής) και σε δώδεκα Καλλικράτειους Δήμους[1]. Όπως είναι θεσμικά κατοχυρωμένο κάθε δομή πολιτική και διοικητική δομή προγραμματίζει τους δικούς της σχεδιασμούς που δεν είναι κατ’ ανάγκην ομότροποι
  2. Αποτέλεσμα, αφ’ ενός της διοικητικής πολυδιάσπασης του χωρικού συστήματος και αφ’ ετέρου της μη θεσμοθέτησης της Ε.Χ.Μ., είναι ότι:
    • η προστασία του ενιαίου οικοσυστήματος κάθε μέρα καθίσταται δυσχερέστερη, διότι εκ των πραγμάτων καταστρατηγείται το σύνολο των προβλέψεων και των προτάσεων της Ε.Χ.Μ. ενώ συγχρόνως
    • προωθήθηκε διακριτός σχεδιασμός μιας εκάστης διοικητικής περιοχής των μεγάλου αριθμού παράκτιων (Καποδιστριακών) Δήμων του, με εργαλείο  τα ΓΠΣ και ΣΧΟΟΑΠ, ο οποίος όπως είναι φυσικό δεν εναρμονίζεται συνολικά, ούτε στα προγραμματικά μεγέθη ούτε στις χωρικές διαστάσεις. Επιπροσθέτως, δεν υπήρχε πρόνοια για συντονισμό των επιμέρους Μελετών και άρα ούτε καν υπήρξαν κοινές κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα η κάθε Μελέτη να  προβλέπει μη συνεκτικές ρυθμίσεις, εάν συσχετιστεί τόσο με τις προτάσεις των Μελετών άλλων όμορων Δήμων, όσο και γενικότερα με τον στόχο ‘προστασία φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος’.

 

Δεύτερο συμπέρασμα: Ενώ λοιπόν το σύστημα του θαλάσσιου υποδοχέα ενοποιεί την παράκτια ζώνη, η ανομοιογένεια του γεωγραφικού και κοινωνικού - οικονομικού - πολιτιστικού χώρου, ανάμεσα στις βόρειες και τις νότιες ακτές παραμένει μεγάλη. Εξ’ αιτίας των ιδιαιτεροτήτων του, τα προβλήματα ολοκληρωμένης διαχείρισης και ανάδειξης των παρακτίων περιοχών του είναι πολύπλοκα και αρκετά σύνθετα, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστούν. Συνεπώς, προκύπτει η αναγκαιότητα να υπάρξει ενιαίος φορέας προγραμματισμού και παρακολούθησης της εφαρμογής, με διευρυμένες αρμοδιότητες, των αναπτυξιακών και χωροταξικών πολιτικών για το σύστημα «Κορινθιακός Κόλπος».Ο Φορέας Διαχείρισης τουΔικτύουNatura αποτελεί ευκαιρία για κάτι τέτοιο?

 

  1. ΜΕΡΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΟΔΟΧΕΑ

 

2.1. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

 

Πρόκειται για κλειστό σύστημα, από τα πλέον σεισμογενή του Ελληνικού χώρου, μήκους περίπου 120,0 χλμ., με μια μοναδική έξοδο στην περιοχή του Ρίου - Αντιρρίου, εύρους 2,0 - 3,0 χλμ. και τοπικού βάθους περί τα 60,0μ., ενώ στο κέντρο του Κόλπου τα βάθη υπερβαίνουν τα 900,0 μ. Τα έντονα γεωδυναμικά φαινόμενα, όλων των ειδών, σε συνδυασμό με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν προκαλέσει σημαντικές γεωμορφολογικές μεταβολές, με κύρια επίπτωση τη διάβρωση των βόρειων ακτών της  Πελοποννήσου, από την Κόρινθο μέχρι το Δερβένι. 

 

Τις παράκτιες περιοχές του Κόλπου εκτιμήθηκε ότι κατοικούσαν, το 1991, περί τα 295.000 άτομα, μόνιμος και εποχιακός πληθυσμός, ενώ το 2011 τα αντίστοιχα μεγέθη ήταν της τάξεως των 350.000 κατοίκων. Πρόκειται, προφανώς για σημαντικά μεγέθη, με εξίσου ανομοιογενή κατανομή, όπου οι βόρειες και ανατολικές ακτές της Πελοποννήσου διεκδικούν τη μερίδα του λέοντος, με το 80% του πληθυσμού και των αντίστοιχων δραστηριοτήτων, να επιτελούνται εκεί.

 

Πέρα από τα πρόσθετα δομικά χωροταξικά προβλήματα, τα οποία εμφανίζει το σύνολο των παρακτίων περιοχών της Ελλάδας, στην περίπτωσή μας συντρέχει πρόσθετος λόγος ανησυχίας, δεδομένου ότι ολόκληρη η περιοχή ήδη πιέζεται και θα πιεστεί έτι περισσότερο, με τη δημιουργία των μεταφορικών συνδέσεών της, προς τις δυτικές πύλες εισόδου της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο στο χερσαίο -οδικά και σιδηροδρομικά-, και λιγότερο στο θαλάσσιο τμήμα της.

 

Πρέπει να σημειωθεί, ότι η περιοχή δεν αντιμετωπίστηκε με το δέος που της οφείλεται, ως ιδιαίτερα σημαντικού τοπίου, όπου η συνύπαρξη ενιαίου φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος είναι μοναδική. Ενώ αποτελεί κεντρικό ιστορικό άξονα αναφοράς του ελληνικού πολιτισμού, με πλήθος μνημείων και ιστορικών τόπων όλων των περιόδων και περιλαμβάνει μοναδικά αισθητικά τοπία και δάση, ουδέποτε έχει ληφθεί σχετική μέριμνα στους εθνικής εμβέλειας σχεδιασμούς για ανάλογη αντιμετώπιση.

 

Αντιστοίχως, ενώ η ανάπτυξη της χρήσης κατοικία είναι ταινιοειδής, συνεχής και εκτατική, ειδικά στις ακτές της Πελοποννήσου, δεν ολοκληρώνονται οι πολεοδομικές μελέτες των οικισμών της, με αποτέλεσμα να μην θεσμοθετούνται σχετικές ρυθμίσεις, ούτε για τις άμεσες περιοχές επιρροής των μεγάλων και μεσαίου μεγέθους αστικών κέντρων, αλλά ούτε και ασκείται πολεοδομική ή αρχιτεκτονική πολιτική, για τη διατήρηση του ύφους και του χαρακτήρα των πολυάριθμων μικρών ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος οικισμών της.

 

2.2Ο ΥΠΟΔΟΧΕΑΣ

 

Ο Κόλπος αποτελεί παγίδα θρεπτικών και μη συστατικών, η οποία οφείλεται στην αδυναμία ανανέωσης των βαθύτερων στρωμάτων του, αυτών δηλαδή που βρίσκονται κάτω από τα 100,0μ., Μάλιστα τα φορτία ρύπανσης, που καθιζάνουν σταδιακά, δημιουργούν κίνδυνο να αναπτυχθούν ανοξικές συνθήκες, παρ’ όλο που τα επιφανειακά του στρώματα, επειδή ανανεώνονται μερικώς, μπορεί σήμερα να διατηρούνται σε σχετικά ικανοποιητικά επίπεδα.

 

Οι πλέον σημαντικές εστίες δημιουργίας των προβλημάτων συνοπτικά εντοπίζονται:

σε αυτές με επιπτώσεις στα χωρικά υποσύνολα

  • μόλυνση - ρύπανση από την ανεξέλεγκτη διάθεση αστικών, βιομηχανικών και γεωργικών λυμάτωνόπου δεν υπάρχουν αποχετευτικά δίκτυα και βιολογικοί καθαρισμοί, και η οποία τους καλοκαιρινούς μήνες επιτείνεται και διευρύνεται χωρικά από την παραθεριστική κατοικία,
  • ρύπανση στην ευρύτερη περιοχή της Αντίκυρας από την επεξεργασία βωξίτη, με πρόσθετα χημικά φορτία από το εργοστάσιο της Αλουμίνας,
  • ρύπανση στην ευρύτερη περιοχή της Θίσβης από συγκέντρωση θερμικών μονάδων, βιομηχανικών και λιμενικών δραστηριοτήτωνχωρίς αδειοδοτήσεις και χωρίς συμμόρφωση στους ευρωπαϊκούς και εθνικούς κανονισμούς
  • ρύπανση από την απρογραμμάτιστη διάθεση των απορριμμάτων παντού, ειδικότερα στις ευαίσθητες ζώνες των χειμάρρων και των ρεμάτων,
  • αλλοίωση των ακτών και της ακτογραμμής και διάβρωσή τους από μεγάλα, αλλά και μικρότερα λιμενικά έργα,
  • ρύπανση από ιχθυογεννητικούς σταθμούς, ιχθυοκαλλιέργειες και μονάδες οστρακοκαλλιεργειών,
  • καταστροφή του βυθού, του γόνου των ψαριών, των κοραλλιών, καθώς  και  σημαντικές απώλειες δελφινιών και χελωνών Caretta - Caretta από την χρήση καταστροφικών αλιευτικών εργαλείων(μηχανότρατες,  γρι-γρι ημέρας, μεγάλης έκτασης ερασιτεχνική αλιεία)

σε αυτές με εποχιακές επιπτώσεις

  • ρύπανση από τα λύματα των περίπου 200 ελαιοτριβείων / πυρηνελαιουργείων, με εξαιρετικά υψηλό οργανικό φορτίο,
  • γεωργικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, τα οποία τον επιβαρύνουν με μεγάλες ποσότητες νιτρικών και φωσφορικών, σε διάφορες εποχές του έτους.

 

Τρίτο συμπέρασμα: Όλα τα προηγούμενα, πέρα από το «μοναδικόν», τελικώς τον καθιστούν ιδιαίτερα ευαίσθητο οικοσύστημα, τα προβλήματα του οποίου πρέπει να αντιμετωπιστούν με ενιαίο αναπτυξιακό και χωροταξικό σχεδιασμό. Σύμφωνοι, αλλά με ποιές στρατηγικές επιλογές?

 

  1. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

 

Σήμερα, η προβληματική της βιώσιμης κοινωνικά και οικολογικά ανάπτυξης κερδίζει καθημερινά έδαφος, όπως αυτό αποτυπώνεται στην AGENDA 21 και σε άλλες πρόσφατα αναθεωρημένες διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις και πρωτοβουλίες.Ας σημειωθεί, ότι η υστέρηση σε υποδομές, που παρατηρείται στη Χώρα μας, είναι διαρθρωτική, γι’ αυτό και σε όλα τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης που έτρεξαν, περιλαμβανόταν στο σύνολό της στις καθυστερημένες Περιφέρειες του στόχου 1. Εάν μάλιστα αποτιμηθεί η κατάσταση, από την άποψη της ποιότητάς τους, το συμπέρασμα είναι απελπιστικό και επιδεινώνεται, εάν συνδεθεί με το γεγονός ότι δεν απαιτείται, από την κοινωνία, ουδεμία τέτοιου χαρακτήρα βελτίωση. Όμως οι χρηματοδοτήσεις των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται, με τρόπο ώστε να προσεγγίζονται τα επίπεδα των υποδομών της λοιπής Ε.Ε, τόσο σε ποσοτικό όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Οι ειδικοί επιστήμονες πρέπει να υπερασπιστούν με πάθος αυτήν την αντίληψη, ώστε να «περάσει» στους αρμοδίους, αλλά και σε ολόκληρη την Ελληνική κοινωνία.

 

Με γνώμονα τις προηγούμενες παρατηρήσεις, οι στρατηγικές επιλογές για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη και τον χωροταξικό σχεδιασμό του Κορινθιακού Κόλπου οφείλουν να εστιάζονται σε τέσσερις κατηγορίες μέτρων, τα οποία θα εξειδικεύσει και θα κοστολογήσει αναλυτικά ο Ενιαίος Φορέας:

  • Σε άμεσα εξειδικευμένα μέτρα για την πρόληψη επικινδύνων καταστάσεων και για την συνολική προστασία και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος του υποδοχέα και των παρακτίων περιοχών. Απαιτείται η προστασία του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων του από σεισμογενή και από φαινόμενα κατολισθήσεων, από τις επιπτώσεις της ανεξέλεγκτης διάθεσης στερεών απορριμμάτων (με προσδιορισμό ζωνών στις οποίες υπό προϋποθέσεις θα ήταν δυνατή η διάθεση και η επεξεργασία τους), από τις προβληματικές περιοχές εξόρυξης βωξίτη ή άλλων λατομικών δραστηριοτήτων (με αποκατάστασή τους), από τη ρύπανση και τη μόλυνση, τόσο των παρακτίων περιοχών όσο και του αποδέκτη (υποδομές και έλεγχος των οικιακών και βιομηχανικών αποβλήτων).
  • Σε μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα θεσμικά μέτρα για άσκηση πολιτικής χρήσεων γης και με δημιουργία των προϋποθέσεων για έλεγχο της εφαρμογής της. Απαιτείται η διάκριση και η θεσμοθέτηση των επιμέρους περιοχών στις ακόλουθες γενικές κατηγορίες ζωνών, με ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης στις επιμέρους υποενότητες:
  • οικιστικής - τουριστικής δραστηριότητας, με προσδιορισμό χωρητικοτήτων και ποσοτικό περιορισμό τους,
  • μνημείων, αρχαιολογικών χώρων , ιστορικών τόπων και τοπίων,
  • άσκησης μεταποιητικής δραστηριότητας, με πρόβλεψη υποδοχέων για σταδιακή μετεγκατάσταση των διάσπαρτων μονάδων,
  • παραγωγής, εμπορίας και  μεταποίησης αλιευτικών προϊόντων,
  • γεωργικής γης, με εντοπισμό των ενοτήτων για διατήρηση εις το διηνεκές,
  • δασών, δασικών εκτάσεων, αισθητικών τοπίων, παρόχθιας και παράκτιας βλάστησης
  • Σε άμεση και μεσοπρόθεσμη πολιτική υποδομών και ειδικότερα στον τομέα των συγκοινωνιακών δικτύων. Πέρα από την αυτονόητη πολιτική για την συνολική οργάνωση των συγκοινωνιακών δικτύων, με έξυπνη χρησιμοποίηση όλων των υφισταμένων υποδομών, τα νέα δίκτυα ταχείας κυκλοφορίας (αυτοκινητόδρομος - τρένο) οφείλουν να μην καταστρέψουν έτι περισσότερο το ευαίσθητο περιβάλλον. Η χάραξη και η κατασκευή τους θα πρέπει να προγραμματιστούν σε επαρκή απόσταση από την παράκτια ζώνη, με χρήση των σύγχρονων τεχνικών σε σήραγγες και κοιλαδογέφυρες, όπως ακριβώς «συνηθίζεται» να γίνεται στις λοιπές περιφέρειες της Ε.Ε., που διαθέτουν δύσκολα ευαίσθητα τοπία. Νέες μαρίνες και μεμονωμένα λιμενικά έργα πρέπει να δημιουργούνται με ιδιαίτερη μέριμνα και λειτουργικό προγραμματισμό.
  • Σε άμεση και μεσοπρόθεσμη πολιτική, με την οργάνωση αναπτυξιακού Προγράμματος Δράσης, πενταετούς και δεκαετούς διάρκειας, με απόδοση αρμοδιοτήτων σε κατάλληλους εκάστοτε φορείς, με αναλυτικά κόστη και με πρόβλεψη χρηματοδοτήσεων, για την αποτελεσματική διαχείριση του περιβάλλοντος, στους τομείς:
  • των αστικών απορριμμάτων και των αστικών λυμάτων, των λοιπών υγρών και στερεών αποβλήτων (ελαιοτριβεία, στερεά και υγρά βιομηχανικών και βιοτεχνικών μονάδων, εξορυκτικά και χημικά από την Αλουμίνιο της Ελλάδος),
  • των οδικών, σιδηροδρομικών και λιμενικών έργων,
  • διαχείρισης φυσικού περιβάλλοντος (αναδασώσεις, διαχειριστικά σχέδια, εμπλουτισμός υδατικού δυναμικού και πηγών, υποστήριξη αλιείας ανοικτών υδάτων, εμπλουτισμός με γόνο υπήνεμων κόλπων, απομάκρυνση των σε ακατάλληλες θέσεις ιχθυοκαλλιεργειών),
  • διαχείρισης και βελτίωσης υφισταμένων λιμενικών εγκαταστάσεων για την περαιτέρω αποφυγή της διάβρωσης,
  • ενίσχυσης του αναστηλωτικού και ανασκαφικού και προγραμματικού έργου του ΥΠΠΟ,
  • εκπαίδευσης των παραγωγών σε θέματα γεωργίας και περιβάλλοντος, με απορρόφηση των επιδοτήσεων για τη μείωση και τον έλεγχο φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, για την αγρανάπαυση, για την ενίσχυση της μικτής βλάστησης των ρεμάτων, για τη διατήρηση των ελαιώνων με πλαγιοορθόκλαδες ελιές και για την προστατευτική αναδάσωση των εγκαταλειμμένων γεωργικών γαιών,
  • της προώθησης των πρακτικών εφαρμογών των μελετών και των ερευνητικών προγραμμάτων.

 

Η αναλυτική κοστολόγηση (σε τιμές 1993) που έγινε για την εφαρμογή και την ολοκλήρωση δράσεων και των προβλέψεων της Μελέτης ENVIREG, κατέδειξε ότι απαιτούνται δαπάνες 660,0 εκατ. ευρώ για έργα εθνικής κλίμακας και 110εκατ. ευρώ για έργα περιφερειακής κλίμακας, σε διάρκεια δεκαετίας, δηλαδή 300,0 ευρώ / έτος ανά κάτοικο 1991. Στόχος, δηλαδή, που κρίνεται απόλυτα ρεαλιστικός και εντός των πλαισίων των χρηματοδοτήσεων από τα Κοινοτικά Προγράμματα Στήριξης.

 

  1. ΒΙΩΣΙΜΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

 

Τίποτε όμως δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί δίχως την υποστήριξη της κοινωνίας, αυτονόητα όχι μόνον της τοπικής. Οι διαδικασίες πληροφόρησης και ανταλλαγής απόψεων πρέπει να είναι επίμονες και για τον λόγο αυτό ο Ενιαίος Φορέας πρέπει να έχει έδρα και να λειτουργεί κοντά στον πληθυσμό.

 

Χαρακτηριστικά σημειώνεται ότι η Μελέτη της ΕΧΜ,που ολοκληρώθηκε το 1995, παρουσιάστηκε πολυάριθμες φορές και έγινε ανταλλαγή απόψεων με τους τοπικούς Φορείς και περιελάμβαναν όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων. Η Μελέτη παρουσιάστηκε επισήμως 15 φορές, σε όλα τα μεγαλύτερα και μικρότερα αστικά κέντρα των παρακτίων περιοχών του Κόλπου, πάντοτε με ευθύνη και παρουσία εκπροσώπων του ΥΠΕΧΩΔΕ. Γνωμοδότησαν επί των προτάσεών της, γραπτώς, 95 Φορείς ΟΤΑ, Σύλλογοι Προστασίας Περιβάλλοντος, καθώς και 28 Δημόσιες Υπηρεσίες και λοιποί Φορείς.

 

  1. ΩΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ

 

Νομίζω έδωσα ένα στίγμα για το που εστιάζουμε τις προσπάθειες και τι πρέπει να γίνει προκειμένου να αποκτήσει η παράκτια περιοχή Βιώσιμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Χωροταξικό Σχέδιο . Με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (Άρθρο 8 Ν. 447/2016)  επιτρέπεται η προκήρυξη και η ανάθεση Μελέτης Ειδικού Χωρικού Σχεδίου,  που φυσικά θα αξιοποιήσει τα στοιχεία της ΕΧΜ που εκπονήθηκε και όσα νεώτερα προέκυψαν.

 

Συγκεκριμένα το άρθρο 8 αναφέρει: «για τη χωρική οργάνωση και ανάπτυξη περιοχών ανεξαρτήτως διοικητικών ορίων που μπορεί να λειτουργήσουν ως υποδοχείς σχεδίων, έργων και προγραμμάτων υπερτοπικής κλίμακας ή στρατηγικής σημασίας ή για τις οποίες απαιτείται ειδική ρύθμιση των χρήσεων γης και των λοιπών όρων ανάπτυξής τους, καταρτίζονται Ειδικά Χωρικά Σχέδια», με πρωτοβουλία των Υπηρεσιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος.

 

 

 

 

 

 

 

 

[1]Σήμερα, οι Καλλικράτειοι Δήμοι περί τον Κόλπο είναι δώδεκα (12): Νομός Αχαΐας (Δήμος Αιγιαλείας), Νομός Κορινθίας(Δήμος Ξυλοκάστρου-Ευρωστίνης, Συκιωνίων, Βέλου-Βόχας, Κορινθίων, Λουτρακίου-Αγίων Θεοδώρων), Νομός Βοιωτίας(Δήμος Θηβαίων, Λεβαδέων, Διστόμου-Αράχοβας-Αντίκυρας), Νομός Φωκίδας (Δήμος Δελφών, Δωρίδας), Νομός Αιτωλοακαρνανίας (Δήμος Ναυπακτίας),Νομός Αττικής (Δήμος Μεγαρέων) και ΝομόςΑχαΐας (Δήμος Πατρέων)

 

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ

Καιρός σήμερα και πρόγνωση καιρού για κάθε περιοχή

Κοινωνικη δικτυωση